Στην προσπάθεια να κατανοήσουν καλύτερα τον αντίκτυπο του χρόνου της σωματικής δραστηριότητας στον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, Ολλανδοί ερευνητές συνέλεξαν δεδομένα φυσικής δραστηριότητας από συμμετέχοντες στην UK Biobank, σε περιόδους 7 ημερών με υπολογισμό της μέσης δραστηριότητας 24 ωρών.
Στη συνέχεια, η ομάδα χρησιμοποίησε αυτά τα δεδομένα για να δημιουργήσει 4 διαφορετικές ομάδες σωματικής δραστηριότητας ανάλογα με την ώρα αιχμής της άσκησης: η ομάδα 1 γύρω στο μεσημέρι, η ομάδα 2 νωρίς το πρωί, η ομάδα 3 αργά το πρωί και η ομάδα 4 με απογευματινή αιχμή.
Η στατιστική ανάλυση χρησιμοποίησε μοντέλα που προσαρμόστηκαν για την ηλικία, το φύλο, το δείκτη μάζας σώματος και το κάπνισμα.
Συνολικά, 86.657 άτομα με μέση ηλικία 61,6 έτη (58% γυναίκες) συμπεριλήφθηκαν και παρακολουθήθηκαν για 6 χρόνια. Στη διάρκεια αυτή καταγράφηκαν 2.911 περιπτώσεις καρδιαγγειακής νόσου και 796 αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων.
Βρέθηκε ότι οι συμμετέχοντες που είχαν υψηλότερα επίπεδα πρωινής ή αργότερα πρωινής φυσικής δραστηριότητας (ομάδες 2 και 3), είχαν 11% (αναλογία κινδύνου, HR = 0,89, 95% CI 0,80-0,99) και 16% ( HR = 0,84, 95% CI 0,77-0,92) αντίστοιχα χαμηλότερη συχνότητα εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου σε σύγκριση με εκείνους της ομάδας 1.
Ωστόσο, μόνο εκείνοι στην ομάδα 3 (σωματική δραστηριότητα αργά το πρωί) είχαν σημαντικά μειωμένο κίνδυνο αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου (HR = 0,83, 95% CI 0,70-0,98), καθώς και συγκεκριμένα ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου (HR = 0,79, 95% CI 0,64-0,97).
Τα ευρήματα υπογραμμίζουν τη δυνητική σημασία της χρονοδραστικότητας της άσκησης στην πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου.