Οι καρδιαγγειακές επιπτώσεις του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2
Το Δεκέμβριο του 2019, ένας μεγάλος αριθμός ασθενών παρουσιάστηκε με πνευμονία αγνώστου αιτιολογίας στην πόλη Wuhan της Κίνας. Ένας νέος RNA κορωνοϊός, ο οποίος ονομάστηκε SARS-CoV-2, ταυτοποιήθηκε ως το παθογόνο αίτιο αυτής της ιογενούς πνευμονίας. Η υψηλή μεταδοτικότητα του ιού προκάλεσε γρήγορα την ανησυχία της ιατρικής κοινότητας και η ανεξέλεγκτη διασπορά κατά τους επόμενους μήνες οδήγησε τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO) στην ανακοίνωση πανδημίας το Μάρτιο του 2020. Μέχρι σήμερα έχουν αναγνωριστεί περισσότερα από 100 εκατομμύρια περιστατικά με τον αριθμό των θανάτων να αγγίζει πλέον τα 2,8 εκατομμύρια παγκοσμίως.
Η νόσος που προκαλείται από τον νέο κορωνοϊό, γνωστή ως COVID-19, χαρακτηρίζεται κυρίως από την εμφάνιση συμπτωμάτων και σημείων λοίμωξης του αναπνευστικού συστήματος. Οι καρδιαγγειακές επιπτώσεις, όμως, είναι επίσης συχνές. Περιλαμβάνουν ένα ευρύ κλινικό φάσμα, από την απουσία συμπτωμάτων, με εργαστηριακή μόνο επιβεβαίωση της καρδιακής συμμετοχής, έως την εκδήλωση σοβαρών επιπλοκών όπως η καρδιακή ανεπάρκεια και καταπληξία, οι καρδιακές αρρυθμίες και ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος. Κάποια από τα συμπτώματα, κυρίως η δύσπνοια, είναι μη ειδικά και χρειάζεται να αξιολογούνται με συνεκτίμηση των υπόλοιπων συμπτωμάτων καθώς και των εργαστηριακών ευρημάτων. Αυτή η διερεύνηση είναι αναγκαία για να αποσαφηνιστεί η καρδιακή ή εξωκαρδιακή αιτιολογία τους.
Περισσότερο ευπαθείς είναι οι ασθενείς με προϋπάρχουσα σοβαρή καρδιαγγειακή νόσο, όπως η σοβαρή στεφανιαία νόσος, οι μυοκαρδιοπάθειες και οι συγγενείς καρδιοπάθειες. Η μυοκαρδιακή βλάβη ορίζεται με την ανίχνευση αυξημένων καρδιακών ενζύμων στο αίμα (κυρίως της τροπονίνης) με τη συχνότητά της να ανέρχεται στο 7-28% των νοσηλευομένων με τη νόσο. Οι κύριες φερόμενες αιτίες αύξησης των καρδιακών ενζύμων στους ασθενείς με COVID-19 είναι η μυοκαρδίτιδα, το έμφραγμα του μυοκαρδίου και η μυοκαρδιοπάθεια λόγω στρες, κάποιες φορές όμως ο υποκείμενος μηχανισμός δε μπορεί να ταυτοποιηθεί.
Η μυοκαρδίτιδα αποτελεί πολύ συχνή κλινική υποψία σε αυτούς τους ασθενείς και η παρουσία μυοκαρδιακής φλεγμονής έχει ανευρεθεί σε αρκετές περιπτώσεις. Όμως είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η άμεση συσχέτιση του ιού με τη μυοκαρδιακή φλεγμονή δεν έχει διευκρινιστεί. Αυτό προϋποθέτει την ανίχνευση γονιδιώματος του ιού σε ιστολογικό παρασκεύασμα από βιοψία μυοκαρδίου, κάτι που ακόμα δεν έχει αναφερθεί. Δε γνωρίζουμε λοιπόν ακόμα αν ο SARS-CoV-2 πρέπει να ενταχθεί στην ομάδα των ιών που προκαλούν μυοκαρδίτιδα. Σε κάποιους από τους ασθενείς με αύξηση των καρδιακών ενζύμων, ιδίως στους βαρέως πάσχοντες, η μυοκαρδιοπάθεια από στρες φαίνεται πως αποτελεί το μηχανισμό μυοκαρδιακής βλάβης. Σε αυτό συνηγορεί και η σημαντική βελτίωση της καρδιακής λειτουργίας που συνόδευσε την ανάρρωση από την πνευμονική νόσο. Η εμφάνιση μυοκαρδιακής νέκρωσης τυπικής εμφράγματος του μυοκαρδίου στους ασθενείς με COVID-19 συνήθως οφείλεται σε ισχαιμικές βλάβες δευτεροπαθείς της υποξίας που χαρακτηρίζει τη νόσο. Περισσότερο ευπαθείς είναι οι ασθενείς στους οποίους συνυπάρχει στεφανιαία νόσος και δυστυχώς καθορίζει αρνητικά την έκβαση.
Δείκτη αρνητικής έκβασης αποτελούν επίσης η απορρύθμιση προϋπάρχουσας καρδιακής ανεπάρκειας, καθώς και η εμφάνιση νέας δεξιάς καρδιακής ανεπάρκειας στα πλαίσια της πνευμονικής νόσου ή πνευμονικής εμβολής (λόγω και της υπερπηκτικότητας που σχετίζεται με τη νόσο).
Η εμφάνιση αρρυθμιών αποτελεί μία ακόμα συχνή καρδιακή εκδήλωση στους ασθενείς με COVID-19, ιδίως σε αυτούς που χρήζουν νοσηλείας σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, με τα αναφερόμενα ποσοστά να φτάνουν το 44%. Περιλαμβάνουν τόσο κολπικές αρρυθμίες, όπως η κολπική μαρμαρυγή, όσο και κακοήθεις κοιλιακές αρρυθμίες, με κυριότερες αιτίες την υποξία, τις ηλεκτρολυτικές διαταραχές και τη μυοκαρδιακή βλάβη που παρουσιάζουν συχνά οι βαρέως πάσχοντες, αλλά και την προαρρυθμική δράση ορισμένων φαρμάκων.
Τέλος, στις καρδιαγγειακές επιπτώσεις της πανδημίας θα πρέπει σαφώς να εντάξουμε και τις δυσκολίες που συναντά η τακτική παρακολούθηση όσων πάσχουν από καρδιαγγειακά νοσήματα, αλλά και η αντιμετώπιση όσων παρουσιάζουν νέα καρδιαγγειακά συμβάματα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η μειωμένη διάγνωση εμφραγμάτων του μυοκαρδίου και κολπικής μαρμαρυγής συγκριτικά με την προ της πανδημίας περίοδο. Η πιθανή εξήγηση είναι ο φόβος και η αποφυγή αναζήτησης ιατρικής βοήθειας από την πλευρά των ασθενών και η διάσπαση της προσοχής και η επαναταξινόμηση των προτεραιοτήτων από την πλευρά του συστήματος υγείας.
Ο Κωνσταντίνος Ταμπάκης είναι Καρδιολόγος, Επιμελητής της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής/Ηλεκτροφυσιολογίας & Βηματοδοτών του Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center, εξειδικευθείς στην Αρρυθμιολογία στην Clinique Pasteur της Τουλού