Δεν είναι ανάγκη να έχεις τελειώσει το σχολείο για να είσαι ένα εξαιρετικό ταλέντο.
Ο Βασίλης Μπισμπίκης δεν τελείωσε το σχολείο, πήγε ως το Γυμνάσιο.
Γι αυτό και στη Δραματική μπήκε ως εξαιρετικό ταλέντο. Με το περιθώριο και το λούμπεν να τον γοητεύει, δεν άργησε να φύγει από το σπίτι του.
Βρέθηκε με ανθρώπους εκτός ορίων. Τρία χρόνια κρουπιέρης στο καζίνο (στο Λουτράκι, όπου μεγάλωσε) είδαν πολλά τα μάτια του. Ζούσε μόνος, έκανε πολλές δουλειές, κοιμόταν από δω κι από κει.
Ήταν μια περίοδος της ζωής του πολύ ακραία. Κινδύνεψε. Δεν το μετάνιωσε. Κάποια στιγμή «έπαψε να γουστάρει», αποτραβήχτηκε.
Το θέατρο μπήκε στη ζωή του Βασίλη Μπισμπίκη μέσα από μια ερασιτεχνική ομάδα. Αγαπούσε ήδη τον κινηματογράφο. Δασκάλα του ήταν η Άννα Συνοδινού.
«Με έμαθε να αγαπάω και να σέβομαι τα κείμενα», αν και τον κατηγορούν ότι τα μειώνει και τα υποτιμά. Ο ίδιος πιστεύει ότι μεταφέρει στη σκηνή όσα νιώθει και καταλαβαίνει. «Αυτή είναι η φρασεολογία μου, ο τρόπος μου. Θέλω να βάζω μέσα κομμάτια της αλήθειας μου, του εαυτού μου», λέει. Το μόνο που τον ανησυχεί είναι μήπως εγκλωβιστεί «σ’ αυτό που περιμένει το κοινό» ή «πάρουν τα μυαλά μου αέρα». Αλλά έχει τις άμυνες.
Και καταλήγει: «Εγώ δεν νιώθω ότι είμαι ο Αλ Καπόνε τον θεάτρου. Δεν νιώθω ούτε γκάνγκστερ ούτε λούμπεν. Στη βάση μου νομίζω ότι είμαι χνούδι. Θεωρώ ότι είμαι ένας άνθρωπος που δεν αντέχει την πραγματικότητα. Είμαι πολύ ευαίσθητος για να την αντιμετωπίσω. Γι’ αυτό νομίζω προτιμώ να ζω μέσα σε κόσμους περιθωρίου ή θεάτρου, σε κόσμους ρόλων».
Πηγή: To Βήμα